Το πέλαγος
Κι είπαν όχι στων ανθρώπων την αγάπη
στο αρχιπέλαγος έστειλαν πανιά
μακριά με τον Λεβάντε να πάει
η αγάπη μου για σένα να πάει
μύριζες λιβάνι και κερί
κι εγώ σεμνά σ’ αγκάλιαζα
μη σε μολύνω
κάπου στη μέση αυτής της γης
σου έστειλα με περιστέρι την αγάπη μου
σε δυο στίχους του Ελύτη
να σου φωνάξω σ’ αγαπώ
χωρίς να ταραχτεί η ισορροπία
Κι είναι ο τόπος ίδιος
οι γαλότσες βουλιάζουν στο χώμα
τα δάκρυα στέγνωσα στα ψηλά αειθαλή δέντρα
που ψιθυρίζουν το όνομά σου.
Κι είναι ο τόπος ίδιος
είσαι εσύ που αναβλύζεις το ρετσίνι
γουλιά γουλιά με ξεδιψάς
κι εσύ αλλάζεις το καντήλι.
Κλείσε τα μάτια.
Γύρισε το κεφάλι.
Πάλι το πεύκο είμαστε εμείς.
Πάλι ρετσίνι στάζουμε.
Κι ήρθε το πλοίο να με πάρει.
άνοιξε τα χέρια σου
σαν τη γη σκίσε τα σωθικά σου
τράβα με, κράτα με
Πνίγομαι στης θάλασσας το κύμα
δεν έχεις μύες να σφίξεις τη φωτιά
κι εγώ γυναίκα που σκοτώνει
πέθανα από το χέρι σου
Ξεψυχώντας τα χέρια μου άνοιξαν σε σχήμα σταυρού. Τα μάτια μου κοίταξαν κατάματα τον ουρανό. Ήξερα τι με περίμενε. Δεν γύρισα να σε αντικρίσω που στεκόσουν στη στεριά. Κάποια μέρα θα παραστείς κι εσύ στη Δίκη. Στα δικαστήρια του κόσμου γίναμε ισοβίτες. Ενώπιον του Θεού μπορεί να αθωωθούμε.
Κι είπαν όχι στων ανθρώπων την αγάπη
στο αρχιπέλαγος έστειλαν πανιά
μακριά με τον Λεβάντε να πάει
η αγάπη μου για σένα να πάει
μύριζες λιβάνι και κερί
κι εγώ σεμνά σ’ αγκάλιαζα
μη σε μολύνω
κάπου στη μέση αυτής της γης
σου έστειλα με περιστέρι την αγάπη μου
σε δυο στίχους του Ελύτη
να σου φωνάξω σ’ αγαπώ
χωρίς να ταραχτεί η ισορροπία
Κι είναι ο τόπος ίδιος
οι γαλότσες βουλιάζουν στο χώμα
τα δάκρυα στέγνωσα στα ψηλά αειθαλή δέντρα
που ψιθυρίζουν το όνομά σου.
Κι είναι ο τόπος ίδιος
είσαι εσύ που αναβλύζεις το ρετσίνι
γουλιά γουλιά με ξεδιψάς
κι εσύ αλλάζεις το καντήλι.
Κλείσε τα μάτια.
Γύρισε το κεφάλι.
Πάλι το πεύκο είμαστε εμείς.
Πάλι ρετσίνι στάζουμε.
Κι ήρθε το πλοίο να με πάρει.
άνοιξε τα χέρια σου
σαν τη γη σκίσε τα σωθικά σου
τράβα με, κράτα με
Πνίγομαι στης θάλασσας το κύμα
δεν έχεις μύες να σφίξεις τη φωτιά
κι εγώ γυναίκα που σκοτώνει
πέθανα από το χέρι σου
Ξεψυχώντας τα χέρια μου άνοιξαν σε σχήμα σταυρού. Τα μάτια μου κοίταξαν κατάματα τον ουρανό. Ήξερα τι με περίμενε. Δεν γύρισα να σε αντικρίσω που στεκόσουν στη στεριά. Κάποια μέρα θα παραστείς κι εσύ στη Δίκη. Στα δικαστήρια του κόσμου γίναμε ισοβίτες. Ενώπιον του Θεού μπορεί να αθωωθούμε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου