Ήμουν ένα σπίτι σε ολοκάθαρη οδό.
Ήρθες εσύ, σεισμός
που ρήμαξε τα εντός μου.
Ο πολεοδόμος χρόνος
αποδόμησε κάθε κεκτημένο.
Κι εσύ δολοπλόκα κληματαριά
στηριζόσουν στα δοκάρια μου.
Στους κενούς χώρους
φύτρωνε η οργή μου.
Όσο απλωνόσουν στους σοβάδες
τόσο θέριευε ο έρωτάς μου για σένα.
Κι όσο σε ποθούσα
τόσο σε μισούσα.
Αυτό θα πει συθέμελος κλονισμός!
Νόμιζα πως νίκησες.
Νόμιζα πως θα γκρεμούσες τη σκεπή μου
εκεί έβρισκες πάτημα.
Ανόητη κληματαριά.
Εγώ ήμουν το σπίτι.
Εγώ αγκαλιάζω
εσύ γραπώνεσαι.
Πόσο θα σ’ άφηνα να μου κρατάς
κλειστά τα παραθυρόφυλλα;
Έτσι ποτάμι χύθηκε
το ύστατό μου κύρος
και σ’ αποτίναξα
από τα φουσκωμένα ντουβάρια.
Είμαι ένα σπίτι σε ολοκάθαρη οδό.
Βόλος, 15/2/09
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου