Μνήσθητι Κύριε, στα τυφλά πορευόμαστε...
και το βλέμμα σκοτεινό, ρημαγμένο
με τους πόρους να ιδρώνουν
τις δικές μας αμετάφραστες λέξεις
κι άλλοτε τ’ όνειρο να σαστίζει τα κρεμασμένα μάτια
τις σάρκες που φάγωσε η ελπίδα
ως να ‘ταν πάλι εδώ με το λίβα το θαλασσινό
και τον αναστημένο χρόνο
να τις ξυπνά κι εμείς να γνωριζόμαστε
τα μάτια να πλέκουμε και τα χέρια
και στων σπιτιών μας τις αυλές
λουλούδια να πετάν από το δάκρυ μας
ως να ‘ταν πάλι εδώ...
Άκοπα λόγια κι άχρονα
και ψυχές που ποθήσανε τόσο.
Και πάντα το βλέμμα το γνώριμο
σα να σταθεί αντίκρυ
μας δένει κρυφά των δαχτύλων τις καμάρες
κι από τότες νέοι, νέοι πορευόμαστε
στη χώρα τη βαθειά φως σαν κρουνός
ανακρυμνίζεται και σχίζει των τρούλων
τους ανιστόρητους σταυρούς.
Φεύγουμε
ως να ‘ταν πάλι εδώ...
μαρτυρολόγια κι αγιολόγια
από τη λάβρα των λόφων
απ’ τα θαλασσινά κουφάρια
φεύγουμε
ελεύθεροι να κοιταχτούμε κατάματα
ως να ‘σουν πάλι εδώ
στ’ ακατέργαστα κύματα μέσα
στη μόνη αθάνατη πύλη.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου