Αφήνουμε τη σκέψη στην άκρη, παίρνοντας μαζί μας πάντα τις ιδέες και τις αρχές μας και αφηνόμαστε στον αέρα του καλοκαιριού να μας ταξιδέψει σε μέρη άγνωστα, όπου νέες εμπειρίες μας περιμένουν. Φίλοι του μπλογκ καλή αντάμωση! Επιστροφή σε έξι μέρες από την κοσμοπολίτικη Σκιάθο!
Επειδή τό αδοκίμαστο καί τό απ’αλλού φερμένο δέν τ’αντέχουν οί άνθρωποι κι είναι νωρίς,μ’ακούς Είναι νωρίς ακόμη μές στόν κόσμο αυτόν αγάπη μου να μιλώ γιά σένα καί γιά μένα.
Έλα τώρα χέρι μου δεξί κείνο που σε πονεί δαιμονικά ζωγράφισέ το
αλλ' από πάνω βάλ' του Το ασήμωμα της Παναγίας
πόχουν τη νύχτα οι ερημιές μες στα νερά
του βάλτου
αλλ' από πάνω βάλ' του Το ασήμωμα της Παναγίας
πόχουν τη νύχτα οι ερημιές μες στα νερά
του βάλτου
Τρίτη 29 Ιουλίου 2008
Σάββατο 26 Ιουλίου 2008
26 Ιουλίου της Αγίας Παρασκευής
Η Αγία Παρασκευή ας μας προστατεύει όλους...Χρόνια Πολλά σε όλες και όλους που εορτάζουν σήμερα. Ο ηθικός βίος της, ο φρικτός, μαρτυρικός της θάνατος, η ακλόνητη πίστη της που πήγαζε από την απόλυτη σύνεση και τον τρόπο που είχε γαλουχηθεί αυτή η Αγία ας γίνουν παράδειγμα για όλους μας, πρώτα θαυμασμού και έπειτα μίμησης. Μα αυτό που είναι το πιο άξιο λόγου είναι αυτοί οι σπουδαίοι γονείς της Αγίας Παρασκευής. Αυτοί οι δύο άνθρωποι που ακόμη και πριν τον ερχομό Της με τις ατέλειωτες προσευχές τους μεριμνούσαν για το παιδί τους κι εν τέλει έδωσε ο Θεός τη χάρη Του κι έφτιαξαν μια Αγία. Κι όχι μόνον τούτο, αλλά οι προσευχές τους βοήθησαν τη νεαρή Παρασκευή να μη βγει από το δρόμο της. Αυτό είναι η πεμπτουσία της οικογένειας, η μεγαλύτερη ευλογία για δύο γονείς, να πλάσουν αγίους. Είναι τούτο δυνατόν στις μέρες μας; Θέλω να πιστεύω πως η αγαθή ψυχή των γονιών και η συνεχής προσευχή τους σε συνδυασμό έχουν την δυνατότητα για τέτοια αποτελέσματα.
Δείτε περισσότερα για το βίο της Αγίας Παρασκευής και σχετικές προεκτάσεις του αρχιμανδρίτη Μελετίου Βαδραχάνη: http://www.sinodiporos.blogspot.com/
Παρασκευή 25 Ιουλίου 2008
Το δέκα
Στάσου δε σε προλαβαίνω
περίμενε την αργή μου αντίληψη
του περάσματός σου.
Το δέκα, το δέκα
στα πιο ωραία χρόνια
ήτανε μπροστά
το δέκα
που τόσο αγαπώ
και τώρα φεύγει
μοιάζει αδύνατο
να το κρατήσω
Που πάνε τα νιάτα μου
η ζωή μου
κυλάνε σα νερό
που σπάει κάθε φράγμα.
Είκοσι χρόνια και
τι πρόλαβα να ζήσω;
Το δέκα, το δέκα
ζήσε το όσο μπορείς.
25/7/08 παραμονή των εικοστών μου γενεθλίων
περίμενε την αργή μου αντίληψη
του περάσματός σου.
Το δέκα, το δέκα
στα πιο ωραία χρόνια
ήτανε μπροστά
το δέκα
που τόσο αγαπώ
και τώρα φεύγει
μοιάζει αδύνατο
να το κρατήσω
Που πάνε τα νιάτα μου
η ζωή μου
κυλάνε σα νερό
που σπάει κάθε φράγμα.
Είκοσι χρόνια και
τι πρόλαβα να ζήσω;
Το δέκα, το δέκα
ζήσε το όσο μπορείς.
25/7/08 παραμονή των εικοστών μου γενεθλίων
Παρασκευή 18 Ιουλίου 2008
Αφιέρωμα στη Μέριλ Στριπ (Meryl Streep)
Κατά πολλούς θεωρείται η καλύτερη εν ζωή ηθοποιός στον κόσμο. Έχει το θείο χάρισμα της απόλυτης ερμηνείας μετατρέποντας τους χάρτινους ήρωες σε ζώσες οντότητες. Η ανέγγιχτη απ’ το χρόνο γοητεία της και το βαθύ μελαγχολικό κι ιδιοφυές βλέμμα της είναι χαρακτηριστικά που την ξεχωρίζουν από πολλές άλλες γυναίκες του χώρου της.
Η Μέρυλ Στριπ (Meryl Streep), βραβευμένη με 2 βραβεία Όσκαρ, 6 Χρυσές Σφαίρες, 2 βραβεία Έμμυ, βραβείο BAFTA καλύτερης ερμηνείας, βραβείο Σίζαρ συνεισφοράς στον κινηματογράφο, βραβείο AFI συνεισφοράς στον κινηματογράφο, με συνολικά 63 νίκες και 68 υποψηφιότητες, εκ των οποίων οι 14 υποψηφιότητες ήταν για βραβείο Όσκαρ είναι αδιαμφισβήτητα μία τεράστια μορφή του μοντέρνου κινηματογράφου.
Γεννημένη στις 22 Ιουνίου του 1949 στο Summit του New Jersey (Νιου Τζέρσευ) των Ηνωμένων Πολιτειών η Μαίρη Λουίζ (Μέριλ) Στριπ από μικρή έδειξε την έφεσή της στην όπερα. Από τα δώδεκα ξεκίνησε μαθήματα κλασσικού τραγουδιού με σκοπό να γίνει τραγουδίστρια της όπερας. Μαθήτευσε στο Vassar, σε ένα απ’ τα καλύτερα κολλέγια ελευθερίων τεχνών της Νέας Υόρκης, όπου και ανέπτυξε το ενδιαφέρον της στην υποκριτική και στα χρόνια της αποφοίτησης γράφτηκε στο πανεπιστήμιο του Yale όπου και σπούδασε στη Δραματική Σχολή.
Η καριέρα της ως ηθοποιός ξεκίνησε επί σκηνής. Το κινηματογραφικό της ντεμπούτο έγινε το 1977 με την ταινία «Julia» κι ένα χρόνο αργότερα με την ταινία «Ο ελαφοκυνηγός» (The deer hunter) έρχεται η πρώτη της υποψηφιότητα για Όσκαρ. Το 1980 κερδίζει το πρώτο της Όσκαρ (β΄ γυναικείου ρόλου) για την ταινία «Κράμμερ εναντίον Κράμμερ» και το 1983 το δεύτερο βραβείο Όσκαρ (α΄ γυναικείου ρόλου) για την ταινία «Η επιλογή της Σόφι». Πρωταγωνίστησε σε πολλές σπουδαίες ταινίες όπως «Οι γέφυρες του Μάντισον», «Η ερωμένη του Γάλλου υπολοχαγού», «Πέρα από την Αφρική», «Οι ώρες». Στη δεκαετία του 80 ο Τένεσσυ Ουίλλιαμς θέλησε τη Στριπ για το ρόλο της Μπλανς στο «Λεωφορείον ο Πόθος», για την κινηματογραφική του εκδοχή, αλλά η ίδια δεν ήταν διαθέσιμη.
Τελειομανής και σχολαστική, έχει τη μοναδική ικανότητα να επιτυγχάνει τις διαφορετικές προφορές που ο εκάστοτε ρόλος απαιτεί. «Ό,τι κι αν συμβεί, το έργο μου είναι αυτό που θα παραμείνει», είχε δηλώσει σε ερώτησή της για το μέλλον.
Το 1978 παντρεύεται τον Νταν Γκάμερ (Don Gummer), γλύπτη στο επάγγελμα και αποκτά μαζί του τέσσερα παιδιά. «Δεν ξέρω τι θα έκανα χωρίς τον άντρα μου. Θα ήμουν νεκρή, συναισθηματικά τουλάχιστον, αν δεν τον είχα γνωρίσει. Είναι ο καλύτερος», έχει δηλώσει η Στριπ. «Δεν υπάρχει οδικός χάρτης για το πώς θα μεγαλώσεις μια οικογένεια. Είναι πάντα μια τεράστια διαπραγμάτευση. Αλλά έχω μια ολοκρατική ανάγκη τόσο να δουλεύω όσο και να έχω μεγάλους δεσμούς αγάπης στη ζωή μου. Δεν μπορώ να φανταστώ να παραγκωνίζω το ένα για το άλλο».
Αυτή την ανάγκη ευχόμαστε να την καλύπτει και στο μέλλον με τους σπουδαίους ρόλους που θα ερμηνεύσει στη συνέχεια της πορείας της, αλλά και με τον σπουδαίο ρόλο της μητέρας που είναι κι ο σημαντικότερος στη ζωή της. Εμείς θα την πλαισιώνουμε με αγάπη κι ευγνωμοσύνη για όσα μας έχει χαρίσει και θα συνεχίσουμε να μαθαίνουμε ακόμα κι απ’ τη σιωπή του βλέμματός της.
Η Μέρυλ Στριπ (Meryl Streep), βραβευμένη με 2 βραβεία Όσκαρ, 6 Χρυσές Σφαίρες, 2 βραβεία Έμμυ, βραβείο BAFTA καλύτερης ερμηνείας, βραβείο Σίζαρ συνεισφοράς στον κινηματογράφο, βραβείο AFI συνεισφοράς στον κινηματογράφο, με συνολικά 63 νίκες και 68 υποψηφιότητες, εκ των οποίων οι 14 υποψηφιότητες ήταν για βραβείο Όσκαρ είναι αδιαμφισβήτητα μία τεράστια μορφή του μοντέρνου κινηματογράφου.
Γεννημένη στις 22 Ιουνίου του 1949 στο Summit του New Jersey (Νιου Τζέρσευ) των Ηνωμένων Πολιτειών η Μαίρη Λουίζ (Μέριλ) Στριπ από μικρή έδειξε την έφεσή της στην όπερα. Από τα δώδεκα ξεκίνησε μαθήματα κλασσικού τραγουδιού με σκοπό να γίνει τραγουδίστρια της όπερας. Μαθήτευσε στο Vassar, σε ένα απ’ τα καλύτερα κολλέγια ελευθερίων τεχνών της Νέας Υόρκης, όπου και ανέπτυξε το ενδιαφέρον της στην υποκριτική και στα χρόνια της αποφοίτησης γράφτηκε στο πανεπιστήμιο του Yale όπου και σπούδασε στη Δραματική Σχολή.
Η καριέρα της ως ηθοποιός ξεκίνησε επί σκηνής. Το κινηματογραφικό της ντεμπούτο έγινε το 1977 με την ταινία «Julia» κι ένα χρόνο αργότερα με την ταινία «Ο ελαφοκυνηγός» (The deer hunter) έρχεται η πρώτη της υποψηφιότητα για Όσκαρ. Το 1980 κερδίζει το πρώτο της Όσκαρ (β΄ γυναικείου ρόλου) για την ταινία «Κράμμερ εναντίον Κράμμερ» και το 1983 το δεύτερο βραβείο Όσκαρ (α΄ γυναικείου ρόλου) για την ταινία «Η επιλογή της Σόφι». Πρωταγωνίστησε σε πολλές σπουδαίες ταινίες όπως «Οι γέφυρες του Μάντισον», «Η ερωμένη του Γάλλου υπολοχαγού», «Πέρα από την Αφρική», «Οι ώρες». Στη δεκαετία του 80 ο Τένεσσυ Ουίλλιαμς θέλησε τη Στριπ για το ρόλο της Μπλανς στο «Λεωφορείον ο Πόθος», για την κινηματογραφική του εκδοχή, αλλά η ίδια δεν ήταν διαθέσιμη.
Τελειομανής και σχολαστική, έχει τη μοναδική ικανότητα να επιτυγχάνει τις διαφορετικές προφορές που ο εκάστοτε ρόλος απαιτεί. «Ό,τι κι αν συμβεί, το έργο μου είναι αυτό που θα παραμείνει», είχε δηλώσει σε ερώτησή της για το μέλλον.
Το 1978 παντρεύεται τον Νταν Γκάμερ (Don Gummer), γλύπτη στο επάγγελμα και αποκτά μαζί του τέσσερα παιδιά. «Δεν ξέρω τι θα έκανα χωρίς τον άντρα μου. Θα ήμουν νεκρή, συναισθηματικά τουλάχιστον, αν δεν τον είχα γνωρίσει. Είναι ο καλύτερος», έχει δηλώσει η Στριπ. «Δεν υπάρχει οδικός χάρτης για το πώς θα μεγαλώσεις μια οικογένεια. Είναι πάντα μια τεράστια διαπραγμάτευση. Αλλά έχω μια ολοκρατική ανάγκη τόσο να δουλεύω όσο και να έχω μεγάλους δεσμούς αγάπης στη ζωή μου. Δεν μπορώ να φανταστώ να παραγκωνίζω το ένα για το άλλο».
Αυτή την ανάγκη ευχόμαστε να την καλύπτει και στο μέλλον με τους σπουδαίους ρόλους που θα ερμηνεύσει στη συνέχεια της πορείας της, αλλά και με τον σπουδαίο ρόλο της μητέρας που είναι κι ο σημαντικότερος στη ζωή της. Εμείς θα την πλαισιώνουμε με αγάπη κι ευγνωμοσύνη για όσα μας έχει χαρίσει και θα συνεχίσουμε να μαθαίνουμε ακόμα κι απ’ τη σιωπή του βλέμματός της.
Τετάρτη 16 Ιουλίου 2008
Δευτέρα 14 Ιουλίου 2008
Η Αγία Μαρίνα στην καθημερινότητά μας
Πριν μερικά χρόνια κατά τη διάρκεια των διακοπών μας στο χωριό, όπου η Αγία Μαρίνα είναι πολιούχος, την ημέρα της παραμονής επέστρεφε από την πόλη κι απ΄τη δουλειά του το μεσημέρι στο χωριό ο πατέρας μου. Εγώ παιδί του δημοτικού τότε πήρα το ποδήλατο και πήγα να τον υποδεχτώ στην είσοδο του εξοχικού μας, όπου εκεί ο πλακόστρωτος δρόμος έχει κλίση. Τον ανέβηκα με τα πόδια και στα χέρια το ποδήλατο, μέχρι που μπαίνει ο μπαμπάς μου με το αυτοκίνητό του. Τότε αφήνω τα φρένα κι αρχίζω να κατηφορίζω προς την κύρια αυλή και το σπίτι μας.
Το έδαφος είναι επικλινές και στα δεξιά μου υπήρχαν βράχια, πέτρες με μυτερά εξογκώματα. Ο μπαμπάς προπορεύτηκε κι εγώ κατέβαινα με ταχύτητα την κατηφόρα συνειδητοποιώντας ότι τα φρένα μου δεν πιάνουν. Χάνω τον έλεγχο και πέφτω με το πρόσωπο πάνω στα βράχια. Ο πατέρας μου απ' το αυτοκίνητο βλέπει το τι έχει συμβεί κι έντρομος βγαίνει φωνάζοντας τη μητέρα μου απ' το σπίτι. Τρέχουν κι οι δυο. Στο σώμα μου μικρές ασήμαντες εκδορές σε χέρια και πόδια. Μα ένα σοβαρό τραύμα υπήρχε στο πρόσωπό μου. Ακριβώς κάτω απ' το δεξί μου μάτι ένα μεγάλο και βαθύ τραύμα σημάδευε το πρόσωπό μου. Με αυτό το σημάδι, που μου άφησε για αρκετά χρόνια μια ευαισθησία στην επιδερμίδα χαιρέτησα την επομένη την εικόνα της Αγίας Μαρίνας με ταπεινότητα κι ευγνωμοσύνη που έσωσε το δεξί μου μάτι και δεν το στερήθηκα μ' αυτόν τον τρόπο. Από τότε πάντοτε τιμούμε τη μνήμη της και πάντοτε παρευρισκόμαστε στην εκκλησία του χωριού που δοξάζει τη μεγάλη Αγία της Ορθοδοξίας μας.
Η Εκκλησία μας εορτάζει την Αγία Μαρίνα στις 17 Ιουλίου.
Πληροφορίες για τη ζωή και τα σπουδαία θαύματα της Αγίας Μαρίνας βρείτε στο μπλογκ: http://www.sinodiporos.blogspot.com/
Η τίγρη
Έχω μια τίγρη μέσα μου, άγρια λιμασμένη
π' όλο με περιμένει
κι όλο την καρτερώ,
τηνε μισώ και με μισεί, θέλει να με σκοτώσει,
μα ελπίζω να φιλιώσει
καιρό με τον καιρό.
Έχει τα δόντια στην καρδιά, τα νύχια στο μυαλό μου
κι εγώ για το καλό μου
για κείνη πολεμώ
κι όλου του κόσμου τα καλά με κάνει να μισήσω,
για να της τραγουδήσω τον πιο βαρύ καημό.
όρη, λαγκάδια και γκρεμνά με σπρώχνει να περάσω,
για να την αγκαλιάσω
τον πιο τρελό χορό,
κι όταν τις κρύες τις βραδιές θυμάται τα κλουβιά της,
μου δίνει την προβιά της
για να τηνε φορώ.
Καμιά φορά απ' το πιοτό πέφτομε μεθυσμένοι,
σχεδόν αγαπημένοι,
καθείς να κοιμηθεί
και μοιάζει ετούτη η σιωπή με λίγο πριν την μπόρα,
σαν τη στερνή την ώρα που θα επιτεθεί.
Δημήτρης Αποστολάκης
Παρασκευή 4 Ιουλίου 2008
Σαν να διάλεξες
Παρασκευή είναι σήμερα θα πάω στη λαϊκή
να κάνω έναν περίπατο στ' αποκεφαλισμένα περιβόλια
να δώ την ευωδιά της ρίγανης
σκλάβα σε ματσάκια.
Πάω μεσημεράκι που πέφτουν οι τιμές των αξιώσεων
βρίσκεις το πράσινο εύκολο
σε φασολάκια κολοκύθια μολόχες και κρινάκια.
Aκούω εκεί τι θαρρετά εκφράζονται τα δέντρα
με την κομμένη γλώσσα των καρπών
ρήτορες σωροί τα πορτοκάλια και τα μήλα
και παίρνει να ροδίζει λίγη ανάρρωση
στις κιτρινιάρικες παρειές
μιας μέσα βουβαμάρας.
Σπάνια να ψωνίσω. Γιατί εκεί σου λένε διάλεξε.
Eίναι ευκολία αυτή ή πρόβλημα; Διαλέγεις και μετά
πώς το σηκώνεις το βάρος το ασήκωτο
που έχει η εκλογή σου.
Eνώ εκείνο το έτυχε τι πούπουλο. Στην αρχή.
Γιατί μετά σε γονατίζουν οι συνέπειες.
Aσήκωτες κι αυτές. Kατά βάθος είναι σαν να διάλεξες.
Tο πολύ ν' αγοράσω λίγο χώμα. Όχι για λουλούδια.
Για εξοικείωση.
Eκεί δεν έχει διάλεξε. Eκεί με κλειστά τα μάτια.
Κική Δημουλά
να κάνω έναν περίπατο στ' αποκεφαλισμένα περιβόλια
να δώ την ευωδιά της ρίγανης
σκλάβα σε ματσάκια.
Πάω μεσημεράκι που πέφτουν οι τιμές των αξιώσεων
βρίσκεις το πράσινο εύκολο
σε φασολάκια κολοκύθια μολόχες και κρινάκια.
Aκούω εκεί τι θαρρετά εκφράζονται τα δέντρα
με την κομμένη γλώσσα των καρπών
ρήτορες σωροί τα πορτοκάλια και τα μήλα
και παίρνει να ροδίζει λίγη ανάρρωση
στις κιτρινιάρικες παρειές
μιας μέσα βουβαμάρας.
Σπάνια να ψωνίσω. Γιατί εκεί σου λένε διάλεξε.
Eίναι ευκολία αυτή ή πρόβλημα; Διαλέγεις και μετά
πώς το σηκώνεις το βάρος το ασήκωτο
που έχει η εκλογή σου.
Eνώ εκείνο το έτυχε τι πούπουλο. Στην αρχή.
Γιατί μετά σε γονατίζουν οι συνέπειες.
Aσήκωτες κι αυτές. Kατά βάθος είναι σαν να διάλεξες.
Tο πολύ ν' αγοράσω λίγο χώμα. Όχι για λουλούδια.
Για εξοικείωση.
Eκεί δεν έχει διάλεξε. Eκεί με κλειστά τα μάτια.
Κική Δημουλά
Τρίτη 1 Ιουλίου 2008
2 Ιουλίου του Αγίου Ιωάννη Μαξίμοβιτς
O Άγιος Ιωάννης γεννήθηκε στις 4 Ιουνίου το 1896 στο χωριό Αντάμοβκα της επαρχίας Χαρκώβ της Νότιας Ρωσίας. Ήταν απόγονος της αριστοκρατικής οικογένειας Μαξίμοβιτς που ένα μέλος αυτής της οικογένειας ανακηρύχτηκε Άγιος του 1916 και είναι ο ιεράρχης Ιωάννης Μαξίμοβιτς Μητροπολίτης Τομπόλσκ που το λείψανό του παραμένει άφθαρτο μέχρι σήμερα στο Τομπόλσκ. Ο Άγιος αυτός Ιεράρχης Ιωάννης εκοιμήθη στις αρχές του 18ου αιώνος αλλά μεταλαμπάδευσε την χάρη του στον μακρινό του ανηψιό, το Μιχαήλ (γιατί αυτό ήταν το βαπτιστικό όνομα του Αγίου Ιωάννη και όταν έγινε αργότερα μοναχός πήρε το όνομά του θείου του. Ο πατέρας του, ο Μπόρις ήταν στρατάχης των ευγενών σε μία επαρχία του Χαρκώβ και ο θείος του ήταν πρύτανις Πανεπιστημίου Κιέβου. Η σχέση του με τους γονείς του ήταν πάντα άριστη. Κατά την παιδική του ηλικία ο Μιχαήλ ήταν φιλάσθενος και έτρωγε λίγο. Ήταν ήσυχο παιδί και πολύ ευγενικός και είχε βαθειά θρησκευτικότητα. Όταν έπαιζε, έντυνε τα στρατιωτάκια του μοναχούς, μάζευε εικόνες, θρησκευτικά βιβλία και του άρεσε να διαβάζει βίους Αγίων. Τα βράδια στεκόταν όρθιος για πολλή ώρα προσευχόμενος. Επειδή ήταν ο μεγαλύτερος από τα 5 αδέλφια του ήταν αυτός που γνώριζε τόσο καλά τους βίους των Αγίων και έγινε και ο πρώτος δάσκαλος τους στην πίστη. Ήταν πολύ αυστηρός με τον εαυτό του στην εφαρμογή των εκκλησιαστικών και εθνικών παραδόσεων. Τόσο πολύ εντυπωσίασε την παιδαγωγό του που ήταν Γαλλίδα και καθολική που επηρεάστηκε από την χριστιανική ζωή του μικρού Μιχαήλ και βαπτίστηκε Ορθόδοξος.
Είχαν μια εξοχική κατοικία κοντά σ' ένα Μοναστήρι που το επισκεφτόταν τακτικά ο μικρός Μιχαήλ. Σε ηλικία 11 ετών οι γονείς του Μπόρις και Γλαφύρα τον έστειλαν στην Στρατιωτική σχολή της Πολτάβα που συνέχισε να ζει με ριζωμένη βαθειά την πίστη του γιατί όταν τα παιδιά λείπουν για αρκετό καιρό από το σπίτι τους επηρεάζονται εύκολα οι νέες τους ψυχές. Αυτός όμως έμεινε σταθερός στην πίστη του. Εκεί συνάντησε και τον Επίσκοπο της Πολτάβα τον Θεοφάνη που ήταν ένας πολύ αγαπητός Ιεράρχης που επηρέασε τον Μιχαήλ. Σε μια στρατιωτική παρέλαση ενώ περνούσαν από τον Καθεδρικό Ναό ο μικρός Μιχαήλ (ήταν τότε 13 ετών) έκανε τον σταυρό του, οι συμμαθητές του γελούσαν και τον κορόιδευαν, τιμωρήθηκε από τις αρχές για την πράξη του αυτή, όμως ο πρίγκιπας Κωνσταντίνος που ήταν προστάτης της Σχολής είπε να μην τιμωρηθεί ο δόκιμος Μιχαήλ γιατί με την πράξη του αυτή δηλώνει βαθειά και υγιή θρησκευτικά αισθήματα. Το 1914 τελείωσε την Στρατιωτική σχολή και ήθελε να συνεχίσει τις σπουδές του στην Θεολογική Σχολή του Κιέβου αλλά οι γονείς του επέμεναν να πάει στην Νομική σχολή και ο Μιχαήλ κάνει υπακοή στους γονείς του. Και όπως παρατηρούσαν οι συμμαθητές του αυτός περισσότερο διάβαζε τους βίους των Αγίων από τα μαθήματα του, ωστόσο όμως ήταν καλός μαθητής. Τα χρόνια πέρασαν και τελείωσε τις σπουδές του. Τότε άρχισε ένα αντιχριστιανικό ρεύμα ν' απλώνεται στην Ρωσία, όμως ο Μιχαήλ είχε βαθειά μέσα του την πίστη και ήταν τολμηρός. Το εκκλησιαστικό συμβούλιο του Χάρκων συζητούσε να ξεκρεμάσουν την ασημένια καμπάνα του Ι. Ναού και να την λιώσουν.
Όλοι συμφώνησαν, άλλοι φοβόντουσαν ν' αντιδράσουν και ετοιμάζονταν να το κάνουν αυτό, όμως ο Άγιος διαφώνησε μαζί με λίγους και άρχισαν οι συλλήψεις. Οι γονείς του είπαν να φύγει να κρυφτεί, όμως ο Μιχαήλ τους είπε: «Δεν υπάρχει τόπος που μπορεί κανείς να κρυφτεί από το θέλημα του Θεού και ότι χωρίς το θέλημα του Θεού δεν γίνεται τίποτα, δεν πέφτει ούτε μία τρίχα από το κεφάλι μας». Έτσι φυλακίστηκε και μετά από 1 μήνα τον άφησαν ελεύθερο, ξανά συλλαμβάνεται και αφού διαπίστωσαν ότι δεν τον ενδιέφερε εάν θα ήταν ελεύθερος ή φυλακισμένος, τον έβγαλαν από την φυλακή. Ο Μιχαήλ ζούσε σε άλλο κόσμο και ποθούσε τον Θεό. Το 1921 φεύγει όλη η οικογένεια του (αφού ξέσπασε στη Ρωσία εμφύλιος πόλεμος) και πάνε στην Γιουγκοσλαβία όπου σπούδασε στο Βελιγράδι στην Θεολογική σχολή και για να μπορεί να τα βγάζει πέρα πουλούσε εφημερίδες. Το 1924 χειροτονήθηκε αναγνώστης στην Ρωσική Εκκλησία του Βελιγραδίου από τον Επίσκοπο Αντώνιο και το 1926 χειροτονήθηκε διάκος και εκάρη μοναχός με τ' όνομα Ιωάννης στο Μοναστήρι του Μίλκοβ. Αργότερα μέχρι το 1934 διορίστηκε στην Ιερατική σχολή στην πόλη Βιτώλ της Σερβίας και τελούσε λειτουργίες και στα Ελληνικά για τους Έλληνες της περιοχής που τον αγαπούσαν πολύ. Εκεί στην Ιερατική σχολή φρόντιζε πολύ για τους μαθητές του, πήγαινε στα δωμάτια τους τα βράδια και τους σκέπαζε, τους σταύρωνε και έφευγε. Αυτός δεν κοιμόταν καθόλου σε κρεβάτι και τις λίγες ώρες που ξεκουραζόταν τα βράδια κοιμόταν σε καθιστή στάση ή γονατιστός στο πάτωμα μπροστά στα εικονίσματα.
Όταν έφευγαν οι μαθητές για διακοπές στα σπίτια τους μιλούσαν με θαυμασμό για τον καθηγητή τους τον Βλαντίκα Ιωάννη που πάντα προσευχόταν, που ποτέ δεν είχε κοιμηθεί στο κρεβάτι, που νήστευε αυστηρά και λειτουργούσε και κοινωνούσε καθημερινά. Το 1934 αποφασίζουν να τον εκλέξουν Επίσκοπο, ο Άγιος αρνείται και τους λέει ότι έχει πρόβλημα στην ομιλία του, αυτοί του λένε ότι και ο Μωυσής είχε πρόβλημα και τον εκλέγουν και τον χειροτονούν Επίσκοπο για την Σαγγάη. Φτάνει στις 21 Νοεμβρίου το 1934 στην Σαγγάη και βρίσκει μια μισοκτισμένη Εκκλησία και με κάποια προβλήματα στους κατοίκους εκεί που προσπάθησε να τους βοηθήσει ώστε να ‘ρθει η ειρήνη, οργάνωσε ορφανοτροφείο και το αφιερώνει στον Άγιο Τύχωνα του Ζαντόσκο που αγαπούσε τα παιδιά. Μάζευε άρρωστα φτωχά και πεινασμένα παιδιά από τους δρόμους και τα στενά της Σαγγάης και ξεκίνησε με 8 παιδιά και στο τέλος έφτασε τα 3.500 παιδιά. Όταν ήρθαν και εκείνοι οι κομουνιστές πήρε τα παιδιά και τα μετέφερε στις Φιλιππίνες και μετά στην Αμερική. Έτρωγε μια φορά την ημέρα στις 11 το βράδυ. Κατά την διάρκεια της πρώτης και της τελευταίας εβδομάδας της Μ. Σαρακοστής δεν έτρωγε απολύτως τίποτα και την υπόλοιπη νηστεία όπως και στην νηστεία των Χριστουγέννων έτρωγε μόνο πρόσφορο.
Τις νύχτες προσευχόταν πολύ και όταν αισθανόταν εξάντληση, όπως ήταν γονατιστός, έβαζε το κεφάλι του στο πάτωμα και κοιμόταν λίγο μέχρι να πάει το πρωί στην Θεία Λειτουργία και άρρωστος να ήταν θα λειτουργούσε. Δεν ήταν μόνο ένας μεγάλος ασκητής αλλά ο Θεός του είχε δώσει και το προορατικό χάρισμα και οι προσευχές του έφερναν την θεραπεία. Καθημερινά επισκεπτόταν τους ασθενείς του, τους εξομολογούσε και τους κοινωνούσε. Σε σοβαρά ασθενείς σκεκόταν ώρες δίπλα τους προσευχόμενος και γονατιστός και γινόταν πολλές φορές το θαύμα. Όταν ήρθαν στην Κίνα οι κομμουνιστές έφυγαν οι Ρώσοι για την Αμερική και φεύγει και ο Άγιος το 1951 στην Αμερική μεταφέροντας το ποίμνιο του. Οι Επίσκοποι της Συνόδου αποφασίζουν και τον στέλνουν στην Επισκοπή του Παρισιού και των Βρυξελλών. Έτσι ο Άγιος τελούσε θείες λειτουργίες στα Γαλλικά, στα Ολλανδικά, όπως τελούσε πρώτα στα Ελληνικά, στα Κινέζικα και στα Αγγλικά. Δεν επέτρεπε στις γυναίκες που είχαν κραγιόν να ασπαστούν τις εικόνες και τον Τίμιο Σταυρό. Μια πνευματική του κόρη η Ζηναίδα Ζουλιέμ, που τον υπηρέτησε στην Γαλλία μας αναφέρει μερικά περιστατικά από την προορατικότητα του Αγίου.
Γνώρισα λέει για πρώτη φορά τον Άγιο πηγαίνοντας στο σπίτι του στις Βερσαλλίες, ένα κελλί που ήταν ένα μικρό δωμάτιο με μικρά κουτιά με γράμματα μέσα, ένα τραπέζι, ένα καναπέ και μια σακούλα με ξερά πρόσφορα. Φορούσε πέδιλα ή παντόφλες και πολλές φορές ήταν και ξυπόλητος γιατί τα έδινε στους φτωχούς. Κάλτσες δεν φορούσε, ανεξάρτητα από τις καιρικές συνθήκες. Του ζήτησε να πάει να εργαστεί σε κάποια περιοχή και ήρθε να της δώσει ευλογία, όμως ο Άγιος της είπε να πάει σε κάποια άλλη περιοχή να εργαστεί και όπως πράγματι έτσι και έγινε λες και το πρωτογνώριζε. Τον γνώρισε το 1958 και ο πατέρας της πέθανε τον 1957, πριν πεθάνει της είπε: «απόψε μ' επισκέφθηκε ένας μοναχός κοντός με μαύρα» και αναρωτιόταν, ποιος να ήταν τότε δεν ήξερε τον Άγιο Ιωάννη. Όταν τον γνώρισα λοιπόν λέει η Ζηναίδα, μια μέρα ενώ ήμουνα στο σπίτι του σκεφτόμουν, κρίμα, εάν τον είχα γνωρίσει τότε που ήταν άρρωστος ο πατέρας μου θα προσευχόμουν και θα γινόταν καλά τότε ο Άγιος στράφηκε και της λέει: ξέρεις, επισκέφτηκα τον πατέρα στου όταν ήταν άρρωστος στο νοσοκομείο και άνοιξε τον μικρό του κατάλογο και βρήκε στην σελίδα τ' όνομα του πατέρα μου «Βασίλειος Ζουλιέμ». Πως είναι δυνατόν να γνώριζε τις σκέψεις μου εάν δεν ήταν προορατικός, άρα δεν ήταν θέλημα Θεού να ζήσει ο πατέρας μου.
Γνώρισα λέει για πρώτη φορά τον Άγιο πηγαίνοντας στο σπίτι του στις Βερσαλλίες, ένα κελλί που ήταν ένα μικρό δωμάτιο με μικρά κουτιά με γράμματα μέσα, ένα τραπέζι, ένα καναπέ και μια σακούλα με ξερά πρόσφορα. Φορούσε πέδιλα ή παντόφλες και πολλές φορές ήταν και ξυπόλητος γιατί τα έδινε στους φτωχούς. Κάλτσες δεν φορούσε, ανεξάρτητα από τις καιρικές συνθήκες. Του ζήτησε να πάει να εργαστεί σε κάποια περιοχή και ήρθε να της δώσει ευλογία, όμως ο Άγιος της είπε να πάει σε κάποια άλλη περιοχή να εργαστεί και όπως πράγματι έτσι και έγινε λες και το πρωτογνώριζε. Τον γνώρισε το 1958 και ο πατέρας της πέθανε τον 1957, πριν πεθάνει της είπε: «απόψε μ' επισκέφθηκε ένας μοναχός κοντός με μαύρα» και αναρωτιόταν, ποιος να ήταν τότε δεν ήξερε τον Άγιο Ιωάννη. Όταν τον γνώρισα λοιπόν λέει η Ζηναίδα, μια μέρα ενώ ήμουνα στο σπίτι του σκεφτόμουν, κρίμα, εάν τον είχα γνωρίσει τότε που ήταν άρρωστος ο πατέρας μου θα προσευχόμουν και θα γινόταν καλά τότε ο Άγιος στράφηκε και της λέει: ξέρεις, επισκέφτηκα τον πατέρα στου όταν ήταν άρρωστος στο νοσοκομείο και άνοιξε τον μικρό του κατάλογο και βρήκε στην σελίδα τ' όνομα του πατέρα μου «Βασίλειος Ζουλιέμ». Πως είναι δυνατόν να γνώριζε τις σκέψεις μου εάν δεν ήταν προορατικός, άρα δεν ήταν θέλημα Θεού να ζήσει ο πατέρας μου.
Πολλές φορές ήθελα να τον ρωτήσω πολλά αλλά ήταν απασχολημένος και το βράδυ που θα ήταν η κατάλληλη στιγμή να τον ρωτήσω εγώ τα είχα ξεχάσει και εκείνος ενώ έτρωγε την σούπα του σιγοψιθύριζε και άκουγα όλα όσα ήθελα να μάθω από τις ερωτήσεις που σκεφτόμουν να του κάνω και ο Άγιος σαν να τις γνώριζε και μου τις απαντούσε. Όταν αργότερα θα έφευγε για το Σαν Φρανσίσκο στεναχωριόμουν πολύ και ενώ μας μιλούσε στην Εκκλησία εγώ έκλαιγα και τότε γυρίζει και μου λέει: «οι άνθρωποι που έχουν τους ίδιους στόχους και αγωνίζονται για την κατάκτηση του ιδίου πράγματος έχουν ενότητα ψυχής και δεν αισθάνονται την απόσταση του χωρισμού, η απόσταση δεν μπορεί να γίνει εμπόδιο στην πνευματική ενότητα των ανθρώπων σε μία ψυχή». Και αμέσως ηρέμησα. Όταν προσευχόταν στην Αγία Τράπεζα το Άκτιστο Φως τον έλουζε και δεν πατούσε στην γη. Πάντοτε ράντιζε με αγιασμό τον Ναό και το γραμματοκιβώτιο που έριχνε τα γράμματα του μόνος του αφού τα σταύρωνε πήγαινε ξυπόλητος στο χιόνι και στην βροχή και τα έριχνε. Όταν έφυγε στην Αμερική άλλαξαν το γραμματοκιβώτιο με άλλο καινούργιο, εγώ στεναχωρήθηκα και όταν αργότερα ήρθε πάλι για λίγο στην Γαλλία ο Άγιος τον είδα να παίρνει τον αγιασμό και να πηγαίνει να ραντίσει το νέο γραμματοκιβώτιο χωρίς εγώ να του έχω πει τίποτα. Μια μέρα περνώντας από τον Ναό άκουσε κλάματα, προχώρησε μέχρι το ιερό κοιτώντας μέσα είδε τον Άγιο να είναι γονατιστός πίσω από την Αγία Τράπεζα και να κλαίει γοερά για τα προβλήματα των άλλων, Δεν άντεχε η ψυχή της να τον ακούει που έκλαιγε και έφυγε αθόρυβα από τον Ναό.
Το Σάββατο στις 2 Ιουλίου το 1966 ο Άγιος έφυγε από αυτή την ζωή. Είχε πάει στο Σιάτλ μαζί με την θαυματουργική εικόνα της Παναγίας του Κούρση. Μόλις τελείωσε την Θεία Λειτουργία και αφού πέρασε 3 ώρες προσευχόμενος μέσα στο ιερό πήγε στο δωμάτιο του να ξεκουραστεί, κάθισε στην πολυθρόνα του και στις 4 παρά δέκα το απόγευμα κοιμήθηκε τον αιώνιο ύπνο ήρεμα χωρίς πόνο. Ακούστηκες ένας θόρυβος και όταν μπήκαν μέσα τον βρήκαν κάτω πεσμένο από την πολυθρόνα του και όπως λένε προγνώριζε την ημέρα του θανάτου του εκ των προτέρων και ήξερε ότι ο θάνατος του πλησιάζει και είχε προετοιμαστεί όπως οι μεγάλοι Άγιοι της Εκκλησίας μας. Γι' αυτό και εκείνη την ημέρα του θανάτου του έστειλε ένα γράμμα στέλνοντας για τελευταία φορά την ευλογία του στις μοναχές της Λέσνα στην Γαλλία που τόσο πολύ τον είχαν βοηθήσει και εξυπηρετήσει. Σχεδόν 24 ώρες αργότερα το σώμα του έφθασε στον Καθεδρικό Ναό του Σαν Φρανσίσκο που ο ίδιος είχε ολοκληρώσει. Τον προϋπάντησαν οι κληρικοί, έγινε ολονύχτια αγρυπνία που κράτησε 4 ώρες, όλη την νύχτα διάβαζαν το ψαλτήρι και όλοι αγρυπνούσαν για τελευταία φορά μαζί του. Ο κόσμος ερχόταν για να προσκυνήσει και να χαιρετήσει για τελευταία φορά τον Δεσπότη τους.
ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΜΑΞΙΜΟΒΙΤΣ
ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΜΑΞΙΜΟΒΙΤΣ
ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΣΑΓΓΑΗΣ ΚΑΙ ΣΑΝ ΦΡΑΝΣΙΣΚΟ
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)